-
1 μυθολογέω
A tell mythic tales, such as those of Homer, Isoc.6.24, Pl.R. 392b, Longin.34.2;πολλὰ τοιαῦτα μ. Pl.Grg. 493d
: folld. by a Relat., μ. ὡς .. X.Smp.8.28; μ. ὅτι .. Hp.Art.53.2 c. acc., tell as a legend or mythic tale,μ. τοὺς πολέμους τῶν ἡμιθέων Isoc.2.49
: c. inf., of an animal, ὃν.. μυθολογοῦσι γενέσθαι ἐκ πυρκαϊᾶς which they fable, fabulously report to derive its birth, Arist.HA 609b10; καθάπερ καὶ τὸν Μίδαν.. μυθολογοῦσι (sc. ἀπολέσθαι) Id.Pol. 1257b16, cf. 1274a39:—[voice] Pass., οἷαι μυθολογοῦνται παλαιαὶ γενέσθαι φύσεις such as they are fabled to have been, Pl.R. 588c, cf. Arist.HA 617a5: impers., μυθολογεῖται.. τοὺς Ἀργοναύτας τὸν Ἡρακλέα καταλιπεῖν the legend goes that.., Id.Pol. 1284a22;μ. περὶ τῆς ζωῆς ὡς ὂν μακρόβιον Id.HA 578b23
: abs., become mythical, D.60.9, etc.; τὰ μυθολογούμενα fabulous tales, Arist.HA 578b24, cf. Pl.R. 378e.IV relate, generally with a notion of exaggeration, [Αἴσωπος] ἐμυθολόγησεν ὡς .. Arist.Mete. 356b12, cf. Nymphod.12; τὰ τῶν Ἑλλήνων καλά Polydeuces ap. Philostr.VS2.12.2.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > μυθολογέω
-
2 ἀρχά
ἀρχά (ἀρχά, -ᾶς, -ᾷ, -άν, -ά; -αί, -αῖς)a kingdom, realm τὰ δ' ἐν τᾷδε Διὸς ἀρχᾷ ἀλιτρὰ κατὰ γᾶς δικάζει τις ἐχθρᾷ λόγον φράσαις ἀνάγκᾳ i. e. here on earth O. 2.58ἐξεύχετ' ἐν ἄστει Πειράνας σφετέρου πατρὸς ἀρχὰν καὶ βαθὺν κλᾶρον ἔμμεν καὶ μέγαρον O. 13.61
[v.ἀρχαῖος P. 4.106
]b beginningἐθελήσω τοῖσιν ἐξ ἀρχᾶς ἀπὸ Τλαπολέμου ξυνὸν ἀγγέλλων διορθῶσαι λόγον O. 7.20
ἀρχαῖς δὲ προτέραις ἑπόμενοι καί νυν κελαδησόμεθα tracing the earlier origins of the Olympic festival O. 10.78 μελιγάρυες ὕμνοι ὑστέρων ἀρχὰ λόγων τέλλεται ( ἀρχαί v. l.) O. 11.5 ( φόρμιγξ)· τᾶς ἀκούει μὲν βάσις, ἀγλαίας ἀρχά P. 1.2
τίς γὰρ ἀρχὰ δέξατο ναυτιλίας; (sc. τοὺς Ἀργοναύτας) P. 4.70πάντα λόγον θέμενος σπουδαῖον ἐξ ἀρχᾶς P. 4.132
τελέαν δ' ἔχει δόξαν ἀπ ἀρχᾶς P. 8.25
Ἄπολλον, γλυκὺ δ' ἀνθρώπων τέλος ἀρχά τε δαίμονος ὀρνύντος αὔξεται P. 10.10
ἀρχαὶ δὲ (sc. τοῦ ὕμνου)βέβληνται θεῶν κείνου σὺν ἀνδρὸς δαιμονίαις ἀρεταῖς N. 1.8
ἢ γαῖαν κατακλύσαισα θήσεις ἀνδρῶν νέον ἐξ ἀρχᾶς γένος; Pae. 9.20
θεοῦ δὲ δείξαντος ἀρχὰν ἕκαστον ἐν πρᾶγος fr. 108a. 1. με τοιάνδε μελίφρονος ἀρχὰν εὑρόμενον σκολίου fr. 122. 14. οἶδε μὲν βίου τελευτάν, οἶδεν δὲ διόσδοτον ἀρχάν sc. the initiate in the Eleusinian mysteries fr. 137. 2. ἀρχὰ μεγάλας ἀρετᾶς, ὤνασσ' Ἀλάθεια i. e. basis fr. 205. 1. ἀρχᾶθεν: in the beginning, of oldπρόγονοι, ἀρχᾶθεν Ἰαπετονίδος φύτλας κοῦροι κορᾶν O. 9.55
τοὶ μὲν ὦν Θήβαισι τιμάεντες ἀρχᾶθεν I. 4.7
-
3 Ἀργοναύτης
A a sailor in the ship Argo, an Argonaut, Arist. Pol. 1284a23, etc.;Ἀπολλώνιος ὁ τοὺς Ἀργοναύτας ποιήσας Str.14.2.13
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > Ἀργοναύτης
Перевод: со всех языков на все языки
со всех языков на все языки- Со всех языков на:
- Все языки
- Со всех языков на:
- Английский